Θέμα 1 Εισαγωγή

Το εκπαιδευτικό σύστημα διαδραματίζει σημαντικό διττό ρόλο στην αναπαραγωγή της ανισότητας των φύλων σε βάρος των γυναικών. Το σχολείο είναι μια μικρογραφία της πατριαρχικής κοινωνίας, στην οποία μεταφέρεται η σεξιστική ιδεολογία που υιοθετούν τα παιδιά μέσα στις οικογένειές τους. Επιπλέον, το σχολείο παρέχει το πλαίσιο όπου οι ρόλοι των φύλων γίνονται πιο απτοί και πιο σταθεροί. Ταυτόχρονα, όμως, το σχολείο είναι ένας θεσμός που έχει την ευκαιρία να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την προώθηση της ισότητας των φύλων σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο και να προωθήσει την κοινωνική αλλαγή που επηρεάζει όλες τις περιθωριοποιημένες ομάδες (Φρόση, Κουιμτζή & Παπαδήμου , 2001).

Ο Stanworth (1986, όπ. αναφ. στο Φρόση κ.ά., 2001) επισημαίνει ότι η αξιοκρατία είναι ένας μύθος στη σχολική εκπαίδευση μαζί με την αντίληψη ότι όλα τα παιδιά έχουν τις ίδιες ευκαιρίες να αναπτύξουν τα ταλέντα και τις ικανότητές τους, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους τάξη, φύλο ή φυλή. Αντίθετα, το σχολείο οδηγεί κορίτσια και αγόρια σε παραδοσιακούς ρόλους και επιλογές ανάλογα με το φύλο τους (Φρόση κ.ά., 2001) μέσα από τα διάφορα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του. Αυτά περιλαμβάνουν τα προγράμματα σπουδών που αντικατοπτρίζουν την κυρίαρχη ανδρική ιδεολογία, τα σχολικά εγχειρίδια, την αλληλεπίδραση μέσα στην τάξη, τον λόγο που αναπτύσσεται, τις προσδοκίες και τις πρακτικές των δασκάλων, τις αθλητικές δραστηριότητες, το είδος των καθηκόντων που ανατίθενται στα παιδιά, τον ρόλο των γυναικών και των  ανδρών στη σχολική κοινότητα, και πολλά άλλα.

Η συμβολή της φεμινιστικής κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης είναι σημαντική στην ανάλυση του ρόλου της εκπαίδευσης στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων, μέσα από την ανάλυση σημαντικών θεμάτων, με βασικό εργαλείο τη φεμινιστική έρευνα. Μέσω μιας ποικιλίας μεθόδων, αρκετοί διαφορετικοί ερευνητές προσπάθησαν να βρουν μια μεθοδολογία που θα βοηθούσε τη φεμινιστική έρευνα να ελαχιστοποιήσει τον έλεγχο των ερευνητικών δεδομένων, να μετατοπίσει την εστίαση από τους άνδρες στις θέσεις και τις προοπτικές των γυναικών και να οδηγήσει σε κοινωνική αλλαγή και δράση προς όφελος των γυναικών (Ropers -Huilman & Winters, 2011).

Σε αυτό το πλαίσιο, η φεμινιστική κοινωνιολογία έχει επικεντρωθεί κυρίως στην εκπαιδευτική ανισότητα σε σχέση με την κοινωνική διαστρωμάτωση και τον ρόλο του κράτους, της οικονομίας και της οικογένειας στα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα (Dillabough & Arnot, 2001). Τόνισε επίσης, τον ρόλο των εκπαιδευτικών σε σχέση με την ισότητα των φύλων.

Οι εκπαιδευτικοί θεωρήθηκαν ως φορείς των κυρίαρχων αντιλήψεων για το φύλο στη σχολική κοινότητα και ταυτόχρονα αυτοί που μπορούν να επιφέρουν την αλλαγή μέσω της εκπαίδευσης (Δεληγιάννη-Κουιμτζή, 2008).

Σημαντικό μέρος της φεμινιστικής έρευνας τα τελευταία χρόνια είναι η μελέτη της ταυτότητας φύλου, αγοριών αλλά και κοριτσιών, μαζί με τις διαδικασίες υποκειμενοποίησης στο εξαιρετικά πολύπλοκο πλαίσιο των έμφυλων σχέσεων. Υπό αυτή την προοπτική, οι σχέσεις των φύλων θεωρείται ότι βρίσκονται σε άμεση αλληλεπίδραση με τη φυλή και την κοινωνική τάξη. Έτσι, μέσα από διάφορες φεμινιστικές τάσεις, μελετήθηκαν τα ζητήματα του φύλου και της εκπαίδευσης, με βάση μια σειρά ανησυχιών για τις σχολικές επιδόσεις που οδηγούν σε σημαντικές επιλογές ζωής. Στόχος της φεμινιστικής έρευνας στην εκπαίδευση ήταν η ανάπτυξη στρατηγικών παρεμβάσεων για την προώθηση της ισότητας στην τάξη (Δεληγιάννη & Σακκά, 2003).

Μια περίληψη των θεμάτων που εγείρει ο φιλελεύθερος, μαρξιστικός, ριζοσπαστικός και μεταμοντέρνος φεμινισμός σχετικά με την εκπαίδευση και τον ρόλο του σχολείου θα παρουσιαστεί αμέσως παρακάτω.