Όσον αφορά τον μαρξιστικό-σοσιαλιστικό φεμινισμό, αυτός γίνεται αντιληπτός από το δεύτερο φεμινιστικό κύμα και μετά. Ισχυρίζεται ότι οι φιλελεύθερες φεμινιστικές προσεγγίσεις επιδιώκουν να επιφέρουν αλλαγές δουλεύοντας μέσα στο σύστημα, ενώ τα εμπόδια στην ισότητα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες είναι εγγενή σε αυτό. Η ανισότητα των φύλων εξυπηρετεί την άρχουσα τάξη και το status quo.
Βασικό σημείο αναφοράς του μαρξιστικού-σοσιαλιστικού φεμινισμού είναι η κοινωνική τάξη. Γι’ αυτό στηρίζει τις εκπαιδευτικές αναλύσεις και τους ισχυρισμούς του σε σχέση με το φύλο στη μαρξιστική ανάλυση για την αναπαραγωγή της κοινωνικής ανισότητας και τον καταμερισμό της εργασίας. Μελετά τον τρόπο με τον οποίο το σχολείο νομιμοποιεί και αναπαράγει την ηγεμονία της αστικής τάξης σε βάρος των παιδιών της εργατικής τάξης, καθώς και την πατριαρχική ηγεμονία σε βάρος των κοριτσιών. Ως εκ τούτου, θεωρήθηκε ότι είτε το φύλο είναι πλήρως ενσωματωμένο στην κοινωνική τάξη και επομένως δεν μελετάται χωριστά, είτε ότι τόσο η πατριαρχία όσο και ο καπιταλισμός είναι ξεχωριστές κοινωνικές δομές με τους ίδιους μηχανισμούς καταπίεσης (Φρόση κ.ά., 2001). Οι Φρόση κ.ά. (2001, σελ. 8) χρησιμοποίησαν τον όρο «καπιταλιστική πατριαρχία» για να περιγράψουν την κατάσταση στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες.